Από το ατομικό τραύμα στην κοινωνική εξάρτηση | Μια πολυδιάστατη προσέγγιση του εθισμού από τον Βασίλη Σιώκη- Παιδοδοντίατρο
Εθισμός: Από το άτομο στην κοινωνία…
Στη σύγχρονη κοινωνία, οι νέοι μεγαλώνουν μέσα σε έναν κόσμο διαρκούς διέγερσης, ταχύτητας και άμεσης ικανοποίησης. Η τεχνολογία, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και η αδιάκοπη ροή πληροφοριών έχουν μεταμορφώσει ριζικά τον τρόπο με τον οποίο επικοινωνούν, διασκεδάζουν και αντιλαμβάνονται τον εαυτό τους. Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, ο εθισμός δεν περιορίζεται πλέον στις κλασικές εξαρτήσεις από ουσίες, αλλά επεκτείνεται σε συμπεριφορές που συχνά θεωρούνται «φυσιολογικές» ή ακόμη και απαραίτητες για την κοινωνική ένταξη.
Ο εθισμός των νέων αποτελεί σήμερα ένα σύνθετο κοινωνικό και ψυχολογικό φαινόμενο, που αντικατοπτρίζει βαθύτερες ανάγκες για αποδοχή, ασφάλεια και νόημα. Πίσω από την υπερβολική χρήση οθονών, την εξάρτηση από την επιβεβαίωση ή την αναζήτηση έντονων εμπειριών, συχνά κρύβεται μια δυσκολία διαχείρισης συναισθημάτων και πιέσεων. Η κατανόηση των αιτίων και των μορφών αυτού του εθισμού αποτελεί βασικό βήμα για την πρόληψη και την ουσιαστική στήριξη των νέων στη σημερινή πραγματικότητα.
Ο εθισμός προϊόν τραύματος
Ο εθισμός συχνά δεν αποτελεί την αρχή του προβλήματος, αλλά το σύμπτωμα μιας βαθύτερης, προϋπάρχουσας πληγής. Παλαιότερα τραύματα, όπως η συναισθηματική παραμέληση, η απόρριψη, η απώλεια ή η έκθεση σε έντονο στρες κατά την παιδική και εφηβική ηλικία, μπορούν να αφήσουν ανεξίτηλα αποτυπώματα στην ψυχική ανάπτυξη του ατόμου. Όταν ο πόνος αυτός δεν αναγνωρίζεται ή δεν επεξεργάζεται, ο εθισμός λειτουργεί ως ένας μηχανισμός αυτορρύθμισης, ένας τρόπος προσωρινής ανακούφισης, αποφυγής ή «μουδιάσματος» των δύσκολων συναισθημάτων.
Στο πλαίσιο αυτό, η εθιστική συμπεριφορά —είτε αφορά ουσίες είτε σύγχρονες μορφές εξάρτησης, όπως η υπερβολική χρήση οθονών— μετατρέπεται σε υποκατάστατο ασφάλειας και ελέγχου. Το άτομο δεν εθίζεται τόσο στην ίδια τη συμπεριφορά, όσο στην αίσθηση ανακούφισης που αυτή προσφέρει. Η κατανόηση του εθισμού ως απόρροια τραύματος μετατοπίζει το βάρος από την ενοχή και την τιμωρία προς την ενσυναίσθηση, τη θεραπεία και την ουσιαστική αποκατάσταση. Όσο το τραύμα παραμένει αόρατο, η εξάρτηση τείνει να διαιωνίζεται, υπενθυμίζοντας ότι πίσω από κάθε εθισμό υπάρχει συχνά μια ιστορία που δεν ειπώθηκε.
Εθισμός στην ευκολία – Ψηφιακή φυγή
Στην ψηφιακή εποχή, η ευκολία έχει αναχθεί σε κυρίαρχη αξία. Με ένα άγγιγμα στην οθόνη, οι νέοι μπορούν να επικοινωνήσουν, να ψυχαγωγηθούν, να ενημερωθούν και να ικανοποιήσουν άμεσα κάθε ανάγκη. Η τεχνολογία, αν και αποτελεί ισχυρό εργαλείο προόδου, έχει διαμορφώσει ένα περιβάλλον όπου η αναμονή, η προσπάθεια και η ματαίωση γίνονται ολοένα και λιγότερο ανεκτές. Μέσα σε αυτή τη συνθήκη, η συνεχής πρόσβαση στην ευκολία και την άμεση ανταμοιβή ενισχύει συμπεριφορές που προσεγγίζουν τον εθισμό.
Ο εθισμός στην ευκολία δεν αφορά μόνο την υπερβολική χρήση της τεχνολογίας, αλλά και τη σταδιακή αποδυνάμωση της αντοχής στη δυσκολία και την πλήξη. Οι ψηφιακές πλατφόρμες, σχεδιασμένες να κρατούν την προσοχή αδιάλειπτα, προσφέρουν γρήγορες δόσεις ευχαρίστησης, υποκαθιστώντας την ουσιαστική εμπειρία και την εσωτερική επεξεργασία. Έτσι, η τεχνολογία μετατρέπεται από μέσο διευκόλυνσης σε παράγοντα εξάρτησης, επηρεάζοντας τον τρόπο με τον οποίο οι νέοι σχετίζονται με τον χρόνο, τον εαυτό τους και τους άλλους. Με αυτόν τον τρόπο, η ευκολία μετατρέπεται σε παγίδα, εγκλωβίζοντας το άτομο σε έναν κύκλο αποφυγής και εξάρτησης που το απομακρύνει από την πραγματική εμπειρία ζωής.
Ναρκωτικά, «παραίτηση» και «αντίδοτα»
Η χρήση ναρκωτικών συχνά δεν αποτελεί πράξη αναζήτησης απόλαυσης, αλλά μια σιωπηλή μορφή παραίτησης. Για πολλούς νέους, οι ουσίες λειτουργούν ως τρόπος αποσύνδεσης από μια πραγματικότητα που βιώνεται ως πιεστική, άδεια ή αδιέξοδη. Η «παραίτηση» δεν εκφράζεται πάντα συνειδητά· κρύβεται στη σταδιακή απώλεια νοήματος, στην αίσθηση ότι η προσπάθεια δεν ανταμείβεται και ότι ο πόνος υπερβαίνει τις αντοχές. Τα ναρκωτικά προσφέρουν μια προσωρινή αναστολή αυτού του βιώματος, ένα τεχνητό διάλειμμα από την ευθύνη, τον εαυτό και την καθημερινότητα.
Ωστόσο, αυτό που παρουσιάζεται ως λύση βαθαίνει το αδιέξοδο. Το πραγματικό «αντίδοτο» δεν βρίσκεται στην καταστολή, αλλά στην επανασύνδεση: με το σώμα, τα συναισθήματα και τις ανθρώπινες σχέσεις. Η ενσυναίσθηση, η ψυχολογική στήριξη, η δημιουργία χώρων ασφάλειας και έκφρασης, καθώς και η καλλιέργεια νοήματος και σκοπού, αποτελούν ουσιαστικές απαντήσεις απέναντι στην παραίτηση. Εκεί όπου αναγνωρίζεται ο πόνος χωρίς στιγματισμό, ανοίγει ο δρόμος όχι απλώς για απεξάρτηση, αλλά για μια βαθύτερη επιστροφή στη ζωή.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η Κολομβία, όπου τα γκράφιτι λειτούργησαν ως εργαλείο αντίστασης απέναντι στη βία, τα ναρκωτικά και την παραίτηση. Σε πόλεις, όπως το Μεντεγίν και τη Μπογκοτά, οι τοίχοι που άλλοτε σηματοδοτούσαν το φόβο και την εγκληματικότητα, μετατράπηκαν σε καμβάδες μνήμης, διαμαρτυρίας και ελπίδας. Η τέχνη των γκράφιτι έδωσε φωνή, μετατρέποντας τον δημόσιο χώρο σε πεδίο διαλόγου και επαναδιεκδίκησης της ζωής.



Έτσι, η τέχνη λειτούργησε ως αντίδοτο στην παραίτηση, αποδεικνύοντας ότι η δημιουργία μπορεί να αποτελέσει ουσιαστική εναλλακτική απέναντι στην εξάρτηση και την κοινωνική διάλυση.